Αντιπαράθεση γονιών-παιδιών: κρίση ή ευκαιρία;

Η διαφωνία μεταξύ γονιού και παιδιού είναι από τις πιο συνήθεις και φυσιολογικές συμπεριφορες, και μάλιστα η διαφωνία αν αξιοποιηθεί κατάλληλα μπορεί να αποβεί και ιδιαίτερα εποικοδομητική. Η ίδια η αντιπαράθεση ή η σύγκρουση μπορούν να γίνουν η ευκαιρία να κατανοήσουμε ο ένας τον άλλο. Όταν καταφέρουμε να φτιάξουμε κώδικες επικοινωνίας, τελικά χτίζουμε μία πιο κοντινή σχέση με το παιδί.

Το ερώτημα λοιπόν είναι με ποιόν τρόπο καλούμαστε ως γονείς να διαχειριστούμε αυτήν την αντιπαράθεση προκειμένου να μας φέρει κοντύτερα και να μη μας απομακρύνει από τα παιδιά μας.

Διαπραγμάτευση ονομάζεται η διαδικασία μέσω της οποίας γονιός και παιδί επιχειρούν από κοινού να ρυθμίσουν τη διαφωνία τους μέσα από την εύρεση διαφορετικών οπτικών και λύσεων. Με αυτόν τον τρόπο και οι δύο θα μάθουν να βρίσκουν τρόπους επικοινωνίας και στις περιπτώσεις όπου διαφωνούν με αποτέλεσμα να ισχυροποιηθεί η σχέση τους.

Παράλληλα η διαπραγμάτευση είναι μία διεργασία η οποία θα αποτελέσει το πρότυπο που το παιδί σιγα σιγά θα υιοθετήσει προκειμένου να επιλύει τις διαφωνίες του στις άλλες του σχέσεις (συνομηλίκους, δασκάλους κ.α.).

Βασικά στοιχεία μίας επιτυχημένης  διαπραγμάτευσης αποτελούν καταρχάς η συμμετοχή και των δύο μερών. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να επιβάλλουμε στο παιδί να ακολουθήσει αυτή τη διαδικασία εάν δεν θέλει και μάλιστα τη στιγμά που εμείς θα ορίσουμε. Ωστόσο τα παιδιά όπως κι εμείς δεν ευχαριστιούνται τις συνεχείς συγκρούσεις και θέλουν να βρεθεί μία λύση ενώ σίγουρα ακολουθούν ευκολότερα τη λύση την οποία τα ίδια τα παιδιά σκέφτηκαν μαζί μας.

Επίσης σημαντικά στοιχεία της διαπραγμάτευσης αποτελούν ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη στο ίδιο το παιδί και την άποψη του καθόλη τη διάρκεια της συζήτησης.

Η διαπραγμάτευση έχει νόημα όταν έχουμε αποδεχθεί ότι είναι λογικό ο καθένας να «βλέπει αλλιώς το πράγματα» και το παιδί μπορεί να έχει τους δικούς του λόγους όταν επιμένει στη γνώμη του και δεν το κάνει «για να μας σπάσει τα νεύρα»

Τέλος, η βία (σωματική/λεκτική/ψυχολογική), η εξαπάτηση («κάνε τώρα αυτό που σου λέω και την επόμενη θα γίνει το δικό σου»), ο συναισθηματικός εκβιασμός («κάντο για να μη με στενοχωρήσεις και αρρωστήσει η μαμά» ή η κάθε μορφή εξουσίας που μπορεί να έχει ο γονιός πάνω στο παιδί αποτελεί μία πολύ προσωρινή λύση η οποία σύντομα θα αντιστραφεί όταν το παιδί θα μας κατηγορήσει κάποια χρόνια αργότερα.

Αντίθετα, η εύρεση μίας κοινά αποδεκτής λύσης προσθέτει στην εικόνα του γονιού σεβασμό και στο παιδί αυτοέλεγχο και επίγνωση για τις πράξεις και τις συνέπειες τους.